Τάδε έφη Ζαρατούστρα
Καλό υπόλοιπο για όσους είναι ακόμα σε διακοπές και
καλό φθινόπωρο σ’ όσους επέστρεψαν!
Αυτό το καλοκαίρι συνάντησα μια φίλη απ’ τα παλιά, που
έχει μεγάλη εμπειρία στη τοπική αυτοδιοίκηση και τώρα εργάζεται σαν πολιτική σύμβουλος
δημάρχων και περιφερειαρχών. Οι συζητήσεις μας με βοήθησαν να δω καθαρά δυο
πράγματα: πώς και γιατί έγιναν οι ανατροπές του πρώτου γύρου των εκλογών και
ποια είναι τα σημαντικότερα προβλήματα και παγίδες της επόμενης πενταετίας.
Επιστρέφοντας, κωδικοποίησα εκείνες τις κουβέντες στις
παραγράφους που ακολουθούν και που αφορούν τις προκλήσεις που θα βρουν μπροστά
τους οι νεοεκλεγέντες και τις προϋποθέσεις επιτυχούς αντιμετώπισής τους. Πρέπει
να πω εξ αρχής ότι τα παρακάτω ίσως φανούν απόλυτα ή ακόμη και
αφοριστικά για την (στρογγυλοποιούσα) ‘πολιτική ορθότητα’ - αυτό όμως δεν
μειώνει καθόλου την αλήθεια τους. Γι αυτό και τα δημοσιεύω (σε δύο μέρη) κάτω
από έναν τίτλο, που παραπέμπει σε βαθιές κι αιχμηρές αλήθειες.
1. Ο κόσμος καταψήφισε τους συστημικούς – Η ‘σημαία’ της νίκης δεν
πρέπει να υποσταλεί.
Οι περισσότεροι συστημικοί δήμαρχοι (πολλές
θητείες, καθεστηκυία στήριξη, διαπλοκή, ανομίες και κακοδιαχείριση) που το
‘παιξαν έμπειροι και πετυχημένοι, μαυρίστηκαν στον δεύτερο γύρο - κι έτσι,
παρότι στον πρώτο γύρο έφτασαν στη πηγή, νερό δεν ήπιαν. Για τους ίδιους
λόγους, οι νεοεκλεγέντες που είχαν ως σημαία τους την ισονομία, τη διαφάνεια
και την αξιοκρατία, θα βρεθούν πολύ εκτεθειμένοι εάν ‘ξεχάσουν’ να διερευνήσουν
τις ίδιες τις καταγγελίες τους ή αν συμψηφίσουν τα ευρήματα.
Πρέπει λοιπόν να γίνει σαφές ότι ‘το πάρτυ τέλειωσε’
– για κείνους που παρανόμως εκμεταλλεύονταν δημόσια γη, για κείνους που για
χρόνια δεν πλήρωναν δημοτικά τέλη, για κείνους που μόνιμα λούφαραν από την
εργασία τους και για κείνους που συμμετείχαν στην κατάτμηση των έργων και την
κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος. Ο κόσμος πρέπει να μάθει τι έχει
γίνει με την δημοτική περιουσία, οι εμπλεκόμενοι πρέπει να παραπεμφθούν και οι
(τυχόν) ένοχοι – όποιοι κι αν είναι - να τιμωρηθούν. Αλλιώς, η αξιακή βάση της
εκλογικής νίκης θα καταρρεύσει κι ο μαυρισμένος θα επανέλθει μετά από 5 χρόνια
ως ‘σπιλωμένη παρθένα’ να ζητήσει και τα ρέστα…
Μπορεί η επιθυμία για μια (επιλήσμονα) ‘συναίνεση’ – με
ποιους άραγε και σε τι; - να είναι πολιτικά ευχάριστη, πλην όμως παραπέμπει
ευθέως είτε στην υποψία συναλλαγής είτε στην ανικανότητα παρέμβασης. Σε κάθε δε
περίπτωση οδηγεί στην διαιώνιση του (πολιτικά) καταδικασμένου συστήματος και
μεταδίδει το λάθος μήνυμα προς τη κοινωνία: “ότι και να ψηφίσετε, τίποτα δεν
αλλάζει γιατί στο τέλος οι πονηροί κερδίζουν πάντα”.
2. Μ’ άλλους κερδίζεις τις εκλογές και μ’ άλλους διοικείς – Η
εναρμόνισή τους απαιτεί τέχνη.
Τις εκλογές τις κερδίζει ένας υποψήφιος με τις
οργανωμένες ομάδες και φαμίλιες που έχει μαζί του και με το επικοινωνιακό
μήνυμα που εκπέμπει. Γιατί ο (πολύς) κόσμος δεν ψηφίζει βάσει προγράμματος,
αλλά αυτούς που– έστω και φαντασιακά – ‘ξέρει και εμπιστεύεται’, δηλαδή αυτούς
κι αυτές που του μοιάζουν και τους καταλαβαίνει. Αλλά οι ‘δικοί μας άνθρωποι’
σπανίως μπορούν ν’ ανταποκριθούν στις απαιτήσεις διοίκησης ενός σύγχρονου
δήμου, με τις μεγαλύτερες αδυναμίες τους να είναι σε επίπεδο σχεδιασμού,
παρακολούθησης και αξιολόγησης στόχων και δράσεων. Λειτουργώντας με τρόπο
εμπειρικό και ενίοτε αναχρονιστικό, αδυνατούν να ελέγξουν και να καθοδηγήσουν
το προσωπικό. Επιπλέον δε, αρκετοί είναι επιρρεπείς σε ‘χάρες’ προς ημετέρους.
Αλλά δυστυχώς, εκτός από το πολιτικό προσωπικό, μέτριο
είναι και το υπηρεσιακό δυναμικό των δήμων με πληθυσμό σαν τον δικό μας. Στην
μεγάλη του πλειοψηφία και εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, οι δημοτικοί υπάλληλοι
έχουν πολύ περιορισμένη γνώση κι εμπειρία σε σύγχρονα εργαλεία κι εξειδικευμένα
συστήματα διοίκησης κι ελάχιστες ευκαιρίες επιμόρφωσης. Έτσι, συχνά αναπαράγουν
παλιές ή λανθασμένες πρακτικές (‘εμείς εδώ έτσι το κάνουμε’),
αναπτύσσουν μηχανισμούς διάχυσης των ευθυνών και τελικά καταλήγουν – στη
καλύτερη περίπτωση - απλώς να ‘έχουν διάθεση’ να εργαστούν (λες και
πρόκειται για υπόθεση εθελοντική!). Λόγω δε της ύπαρξης ανταποδοτικών
σχέσεων υπαλλήλων και αιρετών (‘προστασίας’ ή ανέλιξης των μεν και εχέμυθης
εξυπηρέτησης των δε), που βασίζονται σε οικογενειακούς, προσωπικούς και
πολιτικούς δεσμούς, οι πιο αξιοπρεπείς και αξιόλογοι υπάλληλοι
αυτό-αποσύρονται.
Η έλλειψη διοικητικών γνώσεων και ικανοτήτων από
αιρετούς και υπαλλήλους, σε συνδυασμό με το πλέγμα των μεταξύ τους σχέσεων
κάνει τις υπηρεσίες ακόμα πιο αναποτελεσματικές. Γιατί πώς αλήθεια να
αξιολογήσεις αν κάποιος κάνει τη δουλειά του αν δεν έχεις ιδέα ή να επιπλήξεις
έναν λουφαδόρο, αν ξέρεις ότι σου φέρνει ψήφους ή ότι τον προστατεύει ο τάδε
‘μεγάλος’; Η διπλή αυτή αλήθεια αποσιωπάται προεκλογικά από τους
υποψήφιους, αλλά επανέρχεται μπροστά τους, ως γόρδιος δεσμός, κατά την άσκηση
της διοίκησης.
Αντί της χρήσης του ξίφους, η φίλη μου προτείνει την δημιουργία
μικτών διεπιστημονικών ομάδων, αποτελούμενων από εξειδικευμένους δημότες,
υπαλλήλους, ειδικούς συμβούλους και αιρετούς, που θα ενδιαφέρονται και θα
μπορούν να προσφέρουν σε επίπεδο σχεδιασμού και αξιολόγησης ολοκληρωμένων
παρεμβάσεων. Οι ομάδες αυτές θα είναι επιτελικές ή θεματικές και θα λειτουργούν
παράλληλα (ή και από κοινού) με τα θεσμικά όργανα και τις υπηρεσίες του δήμου,
που θα υποστηρίζονται από το έργο τους. Η σύνθεσή τους δεν θα περιορίζεται στα
πλαίσια της νικήτριας δημοτικής παράταξης, αλλά θα ανοίγεται στη τοπική
κοινωνία και τα μέλη τους θα είναι (κι αυτά) υποχρεωμένα σε δημόσιο απολογισμό
του έργου τους.
Μια τέτοια ρηξικέλευθη πρόταση μπορεί να προσκρούσει
σε πολλές λεπτομέρειες, που πηγάζουν από το ότι στην ουσία πρόκειται για συνύπαρξη
δύο παράλληλων κόσμων, που διαπερνούν τις προαναφερθείσες κατηγορίες
εγκάρσια. Από τη μια έχουμε έναν κόσμο που λειτουργεί κατά τα ειωθότα,
στηριζόμενος στη παράδοση κι επικαλούμενος τους θεσμούς, έστω κι αν αυτοί δεν
λειτουργούν. Κι από την άλλη, έχουμε ένα κόσμο που θέλει ν’ αλλάξει τα
πράγματα, μπορεί να κινείται γρήγορα και καινοτομικά και να δημιουργεί νέα
λειτουργικά πλαίσια. Η συνύπαρξη των κόσμων αυτών, τόσο σε επίπεδο νοοτροπίας
και αντιλήψεων όσο και σε επίπεδο πρακτικών, είναι αποδεδειγμένα δύσκολη και
απαιτεί ιδιαίτερη τέχνη από τον/την επικεφαλής.
Εκεί ακριβώς κρίνονται οι ηγετικές ικανότητες του
δημάρχου ή το έλλειμμά τους. Αλλά και στην τελευταία (πολύ συχνή) περίπτωση, τα
πράγματα δεν είναι απογοητευτικά. Αρκεί ο/η δήμαρχος να έχει επίγνωση του
ελλείμματος και ν’ αποφασίσει να κάνει το μεγάλο βήμα: να ζητήσει και να λάβει
βοήθεια.
Στο επόμενο μέρος τρεις ακόμα αλήθειες:
· Για να κερδίσεις τη βοήθεια του κόσμου, κέρδισε
πρώτα την εμπιστοσύνη του.
· Πρώτα ετοιμάζεις κάτι καλά και μετά το
ανακοινώνεις – όχι το αντίθετο.
· Αν θέλεις ν’ αφήσεις όνομα πίσω σου, μην νοιάζεσαι
αν θα ξαναεκλεγείς.
Σχολιαστής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου